Η 25η Μαρτίου είναι θρησκευτική αλλά και εθνική εορτή. Ο απανταχού ελληνισμός τιμά σήμερα τους προγόνους του και γιορτάζει την έναρξη της επανάστασης του 1821 ενάντια στον τουρκικό ζυγό. Παράλληλα, τιμά την ορθόδοξη πίστη, εορτάζοντας την επέτειο αναγγελίας της γέννησης του Ιησού.
Η ημέρα αυτή είναι επίσημη αργία στην Ελλάδα και την Κύπρο. Ο διπλός εορτασμός της, την κάνει μία από τις σημαντικότερες ημερομηνίες του χρόνου.
Ο εορτασμός της Θεοτόκου
Ετυμολογικά, η λέξη Ευαγγελισμός προέρχεται από την ομηρική λέξη ευάγγελος, που σημαίνει αγγελιοφόρος καλών ειδήσεων (ευ + άγγελος).
Τα χαρμόσυνα νέα μετέφερε στη Θεοτόκο ο Αρχάγγελος Γαβριήλ ο οποίος της είπε πως πρόκειται να κυοφορήσει τον Ιησού, τον γιό του Θεού.
Σύμφωνα με τον Ευαγγελιστή Λουκά ο Θεός έδωσε στην Παναγία τη δυνατότητα να αποφασίσει μόνη της, δίνοντας της την χαρά της συνδημιουργίας.
Η Παναγία ρώτησε τον Άγγελο πώς θα γινόταν να κυοφορήσει παιδί δεδομένου ότι δεν είχε σωματική επαφή με κάποιον άνδρα μιας και ήταν ακόμα αρραβωνιασμένη και όχι παντρεμένη με τον Ιωσήφ.
Τότε ο Αρχάγγελος Γαβριήλ εξήγησε στη Μαρία ότι αυτό ήταν το θέλημα του Θεού και ότι Αυτός θα φροντίσει για όλα. Για αυτό και το παιδί αυτό θα είναι ο Υιός του Θεού.
Έτσι η Παναγία δέχτηκε το Θεϊκό πρόσταγμα και ο Γαβριήλ αποχώρησε έχοντας εκπληρώσει το έργο του.
Γιατί είναι εθνική εορτή
Στις 25 Μαρτίου γιορτάζουμε την Επανάσταση του 1821 που έγινε εναντίον του τουρκικού ζυγού μετά από 400 χρόνια σκλαβιάς.
Στην ουσία αναφερόμαστε στην ένοπλη εξέγερση των Ελλήνων εναντίον των Οθωμανών με σκοπό την ίδρυση ανεξάρτητου κράτους.
Γιορτάζουμε την ανεξαρτησία της Ελλάδας κι όπως και στην περίπτωση της 28ης Οκτωβρίου, έτσι και την 25η Μαρτίου γιορτάζουμε ουσιαστικά την έναρξη και όχι τη λήξη της επανάστασης.
Πιο συγκεκριμένα, η Επανάσταση, σε διπλωματικό επίπεδο, ξεκίνησε ήδη από τα τέλη Φεβρουαρίου του 1821 από τη μακρινή Μολδοβλαχία (σημερινή Ρουμανία) από τον πρίγκηπα Αλέξανδρο Υψηλάντη.
Στην Ελλάδα η εξέγερση ξεκίνησε από την Πελοπόννησο και γρήγορα εξαπλώθηκε στη Στερεά Ελλάδα κι από εκεί σε ολόκληρη τη χώρα.
Στην καλλιέργεια της εθνικής ταυτότητας που ήταν απαραίτητη για την εκκίνηση της Επανάστασης καταλυτικό ρόλο έπαιξε ο νεοελληνικός διαφωτισμός.
Από τους κυριότερους εκπροσώπους του υπήρξε ο Ρήγας Φεραίος ή Βελεστινλής, ο οποίος είχε γράψει και το περίφημο «καλύτερα μιας ώρας ελεύθερη ζωή, παρά 40 χρόνια σκλαβιά και φυλακή», φράση η οποία συνδέθηκε άρρηκτα με τον απελευθερωτικό αγώνα.
Σύμφωνα με τους λαϊκούς θρύλους η Επανάσταση ξεκίνησε από τα Καλάβρυτα και συγκεκριμένα από την Αγία Λαύρα.
Εκεί, ο μητροπολίτης Παλαιών Πατρών Γερμανός ύψωσε κρυφά τη σημαία της Επανάστασης στις 25 Μαρτίου 1821, δίνοντας το έναυσμα για τον απελευθερωτικό αγώνα.
Το γεγονός αυτό καταγράφηκε ιστορικά και μάλιστα του δόθηκε έμφαση καθώς συσχέτιζε κατά κάποιον τρόπο την Εκκλησία και τη θρησκευτική παράδοση με την Επανάσταση.
Επίσης, σύμφωνα με μια άποψη η ημερομηνία επιλέχθηκε αφενός λόγω της θρησκευτικής σημασίας της και αφετέρου γιατί πίστευαν ότι την ημέρα εκείνη θα μπορούσαν να κρύψουν την Επανάσταση μέσα στους θρησκευτικούς πανηγυρισμούς.
Έτσι, η επέτειος εορτασμού του ιστορικού αυτού γεγονότος καθορίστηκε να γίνεται κάθε χρόνο στις 25 Μαρτίου.
Αξίζει να σημειωθεί πως ο Μητροπολιτικός Ναός των Αθηνών θεμελιώθηκε την 25 Δεκ. 1842 και αφιερώθηκε στον Ευαγγελισμό της Θεοτόκου για να τιμηθεί η 25 Μαρτίου 1821.
Πότε και πώς καθιερώθηκε
Ο εορτασμός της Επανάστασης την 25η Μαρτίου καθιερώθηκε το 1838 με το Βασιλικό Διάταγμα της Κυβέρνησης Όθωνος και συγκεκριμένα του Γεώργιου Γλαράκη, γραμματέα της Επικρατείας (υπουργού) επί των Εκκλησιαστικών, Δημοσίας Εκπαιδεύσεως και Εσωτερικών.
Ο Όθωνας προσπαθούσε να ενισχύσει τη δημοτικότητά του προσεταιριζόμενος την απήχηση των εκφραστών της Ορθοδοξίας, και ενδεχομένως σε αυτό να οφείλεται η θρησκευτική χροιά του διατάγματος και η καθιέρωση της εορτής.
Ωστόσο, κατά τον πρώτο εορτασμό της επετείου, το 1838, από τους ξένους πρέσβεις και προσωπικό πρεσβειών απουσίασαν από την εορτή μόνο αυτοί της Ρωσίας και της Αυστρίας με τους υπαλλήλους τους.
Ο πρώτος εορτασμός στην Αθήνα όπου συμμετείχαν ο Βασιλιάς Όθων και η Βασίλισσα Αμαλία, πολιτικές και στρατιωτικές αρχές και πλήθος λαού, έγινε στον Ναό της Αγίας Ειρήνης.
Το 1839, ο Αμβρόσιος Φραντζής αναφέρει ότι η 25η Μαρτίου ήταν ημέρα «ρητή και εμφυτευμένη εις τας καρδίας των Πελοποννησίων κτλ. ως ημέρα ενάρξεως της ελληνικής επαναστάσεως», ενώ ο ίδιος παρουσιάζει τα γεγονότα στα οποία η 25η Μαρτίου είναι μια από τις ημέρες των πρώτων ενεργειών που άρχισαν μετά τα μέσα Μαρτίου και όχι «ημέρα ενάρξεως».
Μετά την επίσημη καθιέρωση του εορτασμού, και ιδίως το 1841, έγινε προσπάθεια οικειοποίησης της επετείου από την αντιπολιτευόμενη αντι-οθωνική μερίδα, με ιδιωτικούς εορτασμούς στους οποίους προβαλλόταν ιδιαίτερα η μορφή του Κοραή.
Η εορτή συνέχισε να είναι αντικείμενο κομματικών και τοπικιστικών αντιπαραθέσεων: ιδιαίτερες αντιδράσεις προκάλεσε το 1846 και 1847 η απόφαση του πρωθυπουργού Κωλέττη για την πραγματοποίηση επίσημης τελετής στον τάφο του Ρουμελιώτη οπλαρχηγού Γεώργιου Καραϊσκάκη στο Φάληρο, καθώς θεωρήθηκε ότι οδηγούσε σε ταύτιση της Επανάστασης με ένα πρόσωπο.
Έως το 1875 ο στρατός βρισκόταν παρατεταγμένος κατά μήκος της διαδρομής της βασιλικής πομπής από τα ανάκτορα προς την εκκλησία και αντίστροφα.Το 1875 πραγματοποιήθηκε για πρώτη φορά παρέλαση του στρατού μπροστά από τα ανάκτορα, πρακτική τρέχουσα από τα μέσα του αιώνα σε δημόσιες γιορτές στη Γαλλία και τα γερμανικά κράτη.
Την επόμενη χρονιά, αν και δεν πραγματοποιήθηκε στρατιωτική παρέλαση εξαιτίας βροχής, δίπλα στο στρατό παρατάχθηκε και μία πανεπιστημιακή φάλαγγα.
Μαθητικές παρελάσεις
Η πρωιμότερη αναφορά για μαθητική παρέλαση εντοπίζεται το 1899.
Τα σχολεία είχαν παραταχθεί και κατά τον εορτασμό της 25ης Μαρτίου του 1924, όταν ανακηρύχθηκε η Δημοκρατία. Τα επόμενα χρόνια την παρέλαση του στρατού πλαισίωναν και πρόσκοποι και μαθητές στρατιωτικών σχολών.
Το 1932 τα σχολεία της Αθήνας παρήλασαν μπροστά από επισήμους στο μνημείο του Άγνωστου Στρατιώτη μαζί με τους προσκόπους, τη «φρουρά της πόλης» και τις «εθνικιστικές οργανώσεις».
Από το 1936 η μαθητική παρέλαση, που έγινε μπροστά από το βασιλιά Γεώργιο και τον πρωθυπουργό Ιωάννη Μεταξά, έλαβε επίσημο χαρακτήρα.
Την περίοδο της δικτατορίας του Μεταξά οι παρελάσεις μαθητών και φαλαγγιτών (μελών της ΕΟΝ) προσέλαβαν μεγάλη σημασία και συνδέθηκαν με τη στρατιωτική παρέλαση. Η πρακτική των μαθητικών παρελάσεων εξακολούθησε κατά την εμφυλιοπολεμική περίοδο και έπειτα έως και μετά τη μεταπολίτευση.